Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2012

Η Ελλάδα, τα πέτρινα Χρόνια



Ο αέρας έμπαινε από το κανάλι του Μύρτου κατέβαινε στις χαράδρες της Πυλάρου Κεφαλονιάς, μετά ανέβαινε σαν ανεμορούφουλας στα βουνά, με παρέα τον ήλιοι έγλυφαν τις πέτρες, σε άσπρες ξέξα-σπρες, αυτές μάζωχναν οι πατεράδες μας τις έκαιγαν σε καμίνι κι έκαναν ασβέστη, στο απέναντι βουνό τίποτα δεν φύτρωνε εκτός από άγρια πουρνάρια τα έκοβαν κι έβγαναν κάρβουνο.
Το Αγγέλικα, και το Αιγαίο, είχαν μια τσιμινιέρα ψηλή έβγαζαν συνέχεια μαύρο καπνό και λέρωναν το λιμάνι του Πειραιά. Μαζί τους ήταν και τα άλλα πλοία το Μεντιτερράνιαν, το Ιόνιον, το Γλάρος, το Πίνδος κι άλλα πολλά επιβατηγά καράβια. Καθόμουν απέναντι στην ακτή Μιαούλη εκεί κοντά έξω από ένα Μπαρ και παρακολουθούσα τους μεθυσμένους αμερικανούς ναύτες να τους τραβούν στην σπηλιά τους οι γυναίκες.

Περίμενα, έψαχνα να βρω δουλειά σε βαπόρι για μπάρκο που λένε.

Κοίταξα τον εαυτόν μου, ανέπνεα τον μαύρο καπνό από τα φουγάρα των βαποριών, ζητούσα δουλειά, όμως δεν ήξερα τίποτα, δεν είχα τίποτα, δεν σκεφτόμουν τίποτα, πάνω μου καθρεφτιζόταν όλη η νεολαία της Ελλάδας. 1949-50. Τότε είναι που πήδησα το τείχος της Ελληνικής επικράτειας, άρχισα να τρέχω στο άγνωστο, το πλοίο «Πίνδος» του Ποταμιάνου μ’ έφερε από τις πέτρες αυτές που έγλυφε ο αέρας στον Πειραιά, το «Τέτη» του Σιγάλα με πήρε για την Κρήτη, το «Δημοσθένης» του Βεργωτή, με πήγε στα βαθιά νερά του Ατλαντικού, εκεί έμαθα να κολυμπώ στην λαοθάλασσα της παγκοσμιότητας, βρέθηκα να πλέω ελεύθερος στα βαθιά, σα ναυαγισμένη βάρκα, που ζητούσε απάγκιο, σε βαπόρι που αναχωρούσε από Νέα Ορλεάνη για Χιλή βρήκα μια εφημερίδα (Η Καθημερινή 14 Ιουλίου 1959) που είχε ξεχάσει κάποιος. Την άνοιξα, άρχισα να διαβάζω:

«Η δίκη του Εμμανουήλ Γλέζου και των συγκατηγορουμένων του."

‘Εν μέσω επεισοδίων συνεχίσθη την Κυριακήν και χθες ενώπιον του διαρκούς στρατοδικείου Αθηνών η δίκη του Εμμ. Γλέζου και των 17 συγκατηγορουμένων του δια κατασκοπείαν κομμουνιστών. …η εξέταση του μάρτυρος κατηγορίας αστυνόμου Α. Σακελαρίου, διευθυντού της υπηρεσίας διώξεως κομμουνιστών της γενικής ασφάλειας, ο οποίος απήντησεν εις ερωτήσεις της υπερασπίσεως. Μεταξύ των άλλων ο μάρτυς απεκάλυψεν ότι ο κατηγορούμενος Βουτσάς , διαρκούσης της κατοχής ειργάσθη για λογαριασμόν συμμαχικής οργανώσεως πληροφοριών ενώ συγχρόνως ήτο μέλος του Κ.Κ.Ε. Η πληροφορία προκάλεσεν άμεσον αντίδρασιν του Βουτσά και ζωηράν αίσθησιν εις το ακροατήριον.
Βουτσάς (Κατηγ. Εγειρόμενος): Δεν άκουσα τι είπε ο μάρτυς.
Πρόεδρος: Κάθησε κάτω Βουτσά, παράγινες.
Υπεράσπιση, μα δεν έχει δικαίωμα να ακούση ο κατηγορούμενος;
Πρόεδρος: να απευθυνθής σε εμέ όταν δεν άκουσες κάτι.

…ο μάρτυς απαντών είς την ερώτησιν του κ. Βασιλάτου συνηγόρου του Γλέζου, απαντά ότι θεωρεί αδύνατον το ενδεχόμενο να ησχολείτο ο κατηγορούμενος με προδοτικάς πράξεις «λόγω του παρελθόντος του» (Σ.Σ. Αναφέρεται εις την γνωστήν πράξιν της καταστροφής της επί της Ακροπόλεως σημαίας των ναζί).

Κοίταξα το θέμα της δίκης τραβούσε πολύ, όχι δεν συνέχισα, σταμάτησα, αηδίασα.

Αλλά ας παρακολουθήσω τα δικαιολογητικά για να βρει κάποιος δουλειά σε κοινωνικό ίδρυμα όπου ζητούσαν παιδίατρο, ήταν η μόνη αγγελία που υπήρχε.
1) Προσόντα ειδικότητος παιδιάτρου, κάτοχος τουλάχιστον μιας ξένης γλώσσας…
2) Βεβαίωση ιατρικού συλλόγου ότι δεν κατέχει άλλην θέση, ως και ατομική ως προς τούτο δήλωση
3) Πιστοποιητικόν κοινωνικών φρονημάτων και δήλωση νομιμοφροσύνης.
4) Πιστοποιητικόν γεννήσεως.
5) Πιστοποιητικόν Εισαγγελίας.
6) Πιστοποιητικόν στρατολογικής καταστάσεως.
7) Πιστοποιητικόν υγείας.


Αισθάνθηκα άβολα, σαν έλληνας σκεφτόμενος ότι μετά από τόσα χρόνια στην πατρίδα μου εξακολουθούσαν να ισχύουν τα πιστοποιητικά, αυτά που χρησιμοποιούσαν τότε στα πέτρινα χρόνια για να έχεις δικαίωμα να εργαστείς για μια μπουκιά ψωμί.
Γαβριήλ Παναγιωσούλης

2 σχόλια:

Dennis Kontarinis είπε...

Kαημέρα φίλε.
Μια αληθινή εικόνα κείνη της εποχής. Της εποχής που αν υπήρχε έστω και η υποψία της συμπάθειας του κομμουνισμού δεν είχες ούτε δουλιά αλλά ούτε και θέση στην ελληνική κοινωνία. Ήταν τότε η Ελλάδα των Δεξιών και μόνο. Αυτών που στο όνομα της νομιμοφροσύνης τους έκλεβαν, βίζαν και σκότωναν όχι μόνο ατιμώρητοι αλλά έπαιρναν και βραβεία. Ήταν αυτοί που μας αν¨΄αγκασαν να εγκαταλείψουμε την πατρίδα μας.
Νάσαι καλά φίλε

pylaros είπε...

Γεια σου φίλε Ντένη,
Σε παραδέχουμαι και το πιστεύω αυτό που λες (Ήταν αυτοί που μας αναγκασαν να εγκαταλείψουμε την πατρίδα μας.)

Δεν ξέρω όμως αν το θυμούντε οι σημερινοί γιατί θα μπορούσε να γίνει παράδειγμα ώστε να μην επαναλληφθεί.

Ευχαριστώ

χαιρετισμούς

Γαβριήλ