Μια Κεφαλλονίτικη
ιστορία από τα πέτρινα χρόνια, της κατοχής.
Πιστεύω και παραδόσεις, που στην ανάγκη ξαναζωντανευουν...
Η
ΒΕΝΤΕΡΟΥΓΑ (Ραχίτιδα)
Οι αρρώστιες,
η μια έφευγε η άλλη ερχόταν. Το
εξασθενισμένο από την αβιταμίνωση σώμα του παιδιού, το κιτρινισμένο πρόσωπό
του, οι πρησμένοι αδένες του κάτω απ τις μασχάλες του, το άνοιγμα της μύτης
(σπόρισμα) οι πόνοι στην πλάτη και στα
πόδια τον κρατούσαν ακίνητο, ξαπλωμένο
στο αχυρένιο στρώμα ολόκληρες μέρες.
Η εντριβή με
ακάθαρτο πετρέλαιο, ή με λάδι τα μόνα φάρμακα που υπήρχαν- δεν έφερναν κανένα
αποτέλεσμα. Η μάνα του ανησύχησε, έκανε συμβούλιο με την θεια, φώναξαν την
ξαδέλφη τους την Ελένη από το πέρα χωριό για μια ακόμη γνώμη.
Ξέρω τους είπε
αυτή μια γριά από το άλλο χωριό όπου γνωρίζει από ξόρκια αν θέλετε να πάμε.
Ανησυχώ για αυτούς τους πόνους στην πλάτη είπε η μάνα μην αφήσουμε το παιδί να
καμπουριάσει όπως τόπαθε η κόρη του τάδε που δεν την πήγαν πουθενά και
καμπούριασε.
Την άλλη μέρα το πρωί ξεκίνησαν για το πέρα
χωριό. Μια αυλή στρωμένη με χώμα, περιφραγμένη με ξερά κλαριά πουρναριού έκρυβε
ένα καφετί σπιτάκι, κάτι σαν παράγκα σκεπασμένη με κεραμίδια.
-Μανταλένα, έ
Μανταλένα άνοιξε να σου πω κάτι, εγώ είμαι η Ελένη.
Θόρυβος απαλός
ακούστηκε από το μέρος της αυλής σα να σερνόταν φίδι, τράβηξε στην άκρη ένα
ξερόκλαδο και παρουσιάστηκε μια συμπαθητική γερόντισσα, με το άχρωμο απ την
πολυκαιρία τσεμπέρι της, ριγμένο ατημέλητα πάνω στα χιονάτα μαλλιά της.
Ένα μπαστούνι
που ήταν κομμένο από κλαρί δένδρου ήταν το στήριγμά της, δικό της και των
χρόνων που κουβαλούσε στην πλάτη της.
Η Ελένη της
εξήγησε το και το, πρέπει να εξετάσεις το παιδί.
Αυτή έπιασε το
παιδί απ το χέρι το τράβηξε μέσα κι έκλεισε την πόρτα
Εσείς
περιμένετε είπε.
Γδύσου από τη
μέση και πάνω είπε, άρχισε να πασπατεύει την πλάτη αλείφοντάς την με λάδι, από το καντήλι μονολογώντας
κάτι ακαταλαβίστικα τροπάρια:
(Αντιγραφή από το φοβερό βιβλίο του Αγγελοδιονύση
Δεμπόνου κάποια στοιχεία για την "βεντεούγα", την κήφωση ή σκολίωση ,
όπως την αναφέρει)
"......"Κρατώντας στο χέρι μαχαίρι
μαυρομάνικο, που το έχουμε στραμμένο προς τον άρρωστο , λέμε το ακόλουθο
ξόρκι...
(Σε ορκίζω , σε
ξορκίζω, πράμα ακάθαρτο, αν είσαι στο μεντούλι, να έβγεις στο κόκκαλο, αν είσαι
στο κόκκαλο , να έβγεις στο κρέας. αν είσαι στο κρεάς να έβγεις στο πετσί. Και
αν είσαι στο πετσί, να βγεις από το βαπτισμένο , μυρωμένο κορμί του
(της).....")
Έριξε στα κούτσουρα στην φωτιά κάτι βότανα,
μια μυρωδιά εξωτική σαν καμένη δάφνη ή λεβάντα γέμισε το δωμάτιο.
Το παιδί
νόμισε ότι έβλεπε μια μάγισσα που θα καβάλαγε την ιπτάμενη σκούπα.
Μη πεις σε
κανένα τίποτα από ότι είδες και άκουσες είπε. Θα έρχεσαι εδώ για 7 μέρες για να
γίνεις καλά.
Βγήκε έξω,
κάλεσε τις γυναίκες και αποφάνθηκε:
Το παιδί έχει
τη βεντερούγα. Πρέπει να κάνει για 40 μέρες νηστεία , να μην τρώει τίποτα
θηλυκό ούτε κρέας από γίδα, ούτε
κότα, ούτε σαρδέλες και όταν τελειώσουν
οι 40 μέρες θα γίνει καλά.
Η γριά κάτι θα
ξέρει είπε η Ελένη,
Η μάνα έμεινε
εμβρόντητη μην πιστεύοντας στα αυτιά της.
Η θεια είπε:
Πάμε ήλιε μου
σπίτι μας,
Το παιδί
ρώτησε μα υπάρχουν θηλυκά χόρτα; Αφού μόνο αυτά τρώμε.
Η Θεια δεν του απάντησε μόνο έστριψε το
κεφάλι της για να μην δει τα δάκρυά της…
Γαβριήλ
Παναγιωσούλης